Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο
Αλοννήσου Βόρειων Σποράδων
Το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου – Βορείων Σποράδων βρίσκεται στη βορειοδυτική πλευρά του Αιγαίου Πελάγους με έκταση περίπου 2.315 km2. Εκτός από τη θαλάσσια περιοχή, περιλαμβάνει τη νήσο Αλόννησο, 6 μικρότερα νησιά (Περιστέρα, Κυρά Παναγιά, Ψαθούρα, Πιπέρι, Σκάτζουρα και Γιούρα) καθώς και 22 βραχονησίδες. Είναι το πρώτο Θαλάσσιο Πάρκο της Ελλάδας και η μεγαλύτερη προστατευμένη θαλάσσια περιοχή στην Ευρώπη. Περιλαμβάνει εκτεταμένες νησιωτικές και θαλάσσιες περιοχές, με ιδιαίτερα φυσικά, μορφολογικά και γεωγραφικά χαρακτηριστικά.
Βάσει της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ έχει ενταχθεί στο οικολογικό δίκτυο ΝΑΤURA 2000 με κωδικό GR 1430004, αποτελεί τόπο κοινοτικής σημασίας (ΤΚΣ-SCI) βάσει της απόφασης 613/2006/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και έχει χαρακτηριστεί ως ειδική ζώνη διατήρησης (ΕΖΔ) σύμφωνα με το Ν. 3937/2011.
Ταυτόχρονα, μέρος της περιοχής του Πάρκου αλληλοκαλύπτεται με την περιοχή με κωδικό GR 1430005 έκτασης 129,67 km2 η οποία έχει χαρακτηριστεί ως ζώνη ειδικής προστασίας (ΖΕΠ) σύμφωνα με την Κ.Υ.Α. υπ’ αριθμ. Η.Π.37338/1807/Ε.103/2010 (Φ.Ε.Κ. Β’/1495/2010).
Ο χάρτης του Ε.Θ.Π.Α.Β.Σ
Οι προσπάθειες για την προστασία της περιοχής ξεκινούν από τις αρχές του 1970. Στις 31 Αυγούστου του 1986, υπεγράφη η πρώτη απόφαση από τον νομάρχη Μαγνησίας για την προστασία της μεσογειακής φώκιας (Monachus monachus) και των βιοτόπων της.
Το 1988 ακολουθεί κοινή υπουργική απόφαση (ΚΥΑ) 30781/1521/1988 (ΦΕΚ Β’/68) για την προστασία της μεσογειακής φώκιας, η οποία στη συνέχεια ανανεώθηκε το 1990 με την ΚΥΑ 49714/3453/1990 (ΦΕΚ Β’/462). Το Μάιο του 1992, με έκδοση Προεδρικού Διατάγματος (ΠΔ), χαρακτηρίστηκαν χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές των Σποράδων ως «Θαλάσσιο Πάρκο» και τον Ιούνιο του 2003 με Κοινή Υπουργική Απόφαση (Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., Υπ. Γεωργίας, Υπ. Εμπορικής Ναυτιλίας και Υπ. Ανάπτυξης) τέθηκε το γενικό διαχειριστικό πλαίσιο για την περιοχή.
Πρέπει να τονιστεί ότι το Πάρκο δεν είναι κλειστή περιοχή. Είναι μία εκτεταμένη προστατευόμενη περιοχή, που έχει ως φιλοσοφία την προστασία του οικοσυστήματος, με παράλληλη ορθολογική ανάπτυξη της Αλοννήσου (που είναι το μόνο κατοικημένο νησί του Πάρκου), χωρίς βίαιες επεμβάσεις.
Στο Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου Βορείων Σποράδων υπάρχει ένας μοναδικός συνδυασμός χερσαίων και θαλάσσιων Μεσογειακών βιοτόπων με εκατοντάδες είδη φυτών και ζώων, αλλά και σημαντικά αρχαιολογικά και ιστορικά μνημεία.
Η περιοχή παρουσιάζει ιδιαίτερο επιστημονικό, εκπαιδευτικό και πολιτισμικό ενδιαφέρον με ευρήματα από την Προϊστορική, την Κλασσική και τη Βυζαντινή περίοδο (ναυάγια, παλιά μοναστήρια και εκκλησίες).
Οι σκοποί της ίδρυσης του Πάρκου είναι κυρίως:
- Η προστασία, διατήρηση και διαχείριση της φύσης και του τοπίου ως φυσικής κληρονομιάς και πολύτιμου εθνικού φυσικού πόρου σε εκτεταμένες χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές των Βορείων Σποράδων.
- Η προστασία ενός από τους σημαντικότερους στη Μεσόγειο βιότοπους της μεσογειακής φώκιας (Monachus monachus), η οποία χαρακτηρίζεται ως «Τρωτό» είδος στον Κόκκινο Κατάλογο των Απειλούμενων Ειδών.
- Η προστασία άλλων σπάνιων και απειλούμενων ειδών της χλωρίδας και της πανίδας της περιοχής.
- Η ανάπτυξη της περιοχής, με γνώμονα την ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων.
Μεσογειακή Φώκια (Monachus monachus)
Η γεωγραφική απομόνωση της περιοχής, η μορφολογία, ο περιορισμένος βαθμός ανθρώπινης παρέμβασης και η άριστη κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος, καθιστούν το τοπίο και τις θαλάσσιες περιοχές του Πάρκου, ιδανικό καταφύγιο, για πολλά, απειλούμενα με εξαφάνιση, είδη της χερσαίας και θαλάσσιας χλωρίδας και πανίδας.
Xλωρίδα
Τα νησιά καλύπτονται από μεσογειακά δάση κωνοφόρων όπως ο πεύκος, μακία βλάστηση με θάμνους όπως η κουμαριά, το σχίνο, το φιλλύκι, το ρείκι, ο ράμνος και το πουρνάρι, συχνά σε μορφή δενδρώδη. Ακόμη συναντούμε αειθαλή, όπως το κρητικό σφενδάμι, η αγριελιά, το θαμνοκυπάρισσο και το σπάνιο δεντράκι Amelanchier chelmea. Συνηθισμένα είναι ακόμη τα φρύγανα σε μεγάλη ποικιλία ειδών.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι και η χασμοφυτική χλωρίδα, με αρκετά ενδημικά φυτά, όπως η Campanula reiseri, η Campanula rechingeri, το Linum gyaricum, η Areanaria phitosiana, κ.λ.π. Τα υποθαλάσσια λιβάδια Ποσειδωνίας (Posidonia oceanicae), τα οποία είναι ιδιαίτερα σημαντικά για την αναπαραγωγή άλλων οργανισμών, αλλά και τη συγκράτηση και ανακύκλωση διαφόρων ουσιών στο θαλάσσιο περιβάλλον, είναι εκτεταμένα και διατηρούνται σε άριστη κατάσταση.
Ποσειδωνία (Posidonia oceanicae)
Πανίδα
Η περιοχή του Πάρκου είναι ένας σημαντικός βιότοπος για πολλά είδη ψαριών (περίπου 300), πτηνών (περισσότερα από 80 είδη), ερπετών και επίσης θηλαστικών. H μεσογειακή φώκια (Monachus monachus), το κόκκινο κοράλι (Coralium rubrum), ο μαυροπετρίτης (Falco eleonorae), ο αιγαιόγλαρος (Laru saudouinii), ο θαλασσοκόρακας (Phalacrocorax aristotelis) και το αγριοκάτσικο των Γιούρων (Capra aegagrus) είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά σπάνια είδη που απαντώνται στη περιοχή.
Μαυροπερίτης (Falco eleonorae)
Μερικά από τα πτηνά που διαβιούν στο Πάρκο είναι ο σπιζαετός (Hieraetus fasciatus), o κορμοράνος (Phalacrocorax carbo) και ο ασημόγλαρος (Larus cacchinans) και οι σταχτάρες (Apus apus και Apus melba). Η ορνιθοπανίδα περιλαμβάνει επίσης τα είδη της οικογένειας Sylvidae, όπως οι τσιροβάκοι Sylvia melanocephala και Sylvia articapilla. Επίσης μεγάλη ποικιλομορφία παρουσιάζει η υποβρύχια πανίδα με πολλά βενθικά και πελαγικά είδη. Δελφίνια καθώς και μερικά είδη φαλαινών απαντώνται στην περιοχή. Τα πιο συνηθισμένα είδη δελφινιών και φαλαινών είναι το κοινό δελφίνι (Delphinus delphis), το ζωνοδέλφινο (Stenella coeruleoalba), το ρινοδέλφινο (Tursiops truncatus), o φυσητήρας (Physeter macrocephalus) και ο ζιφιός (Ziphius cavirostris).
Ρινοδέλφινο (Tursiops truncatus)